Αρθρο του Θέμη Τζημα*, από τις 16 Ιουνίου 2023, στο kosmodromio.gr, με τίτλο "Το ψεμα περί συνόρων, το ναυάγιο και ο κρετινισμος"
Πρέπει να είμαστε σαφείς στο εξής: ξενοφοβικοί, εν γένει και ιδίως στη σημερινή δεξιά, δεν υπάρχουν. Για παράδειγμα, όταν έρχονται βαθύπλουτοι Άραβες, Αφρικανοί, Ασιάτες, Αμερικάνοι, Γερμανοί κλπ., πρώτη από όλους η ίδια η δεξιά τους κάνει τεμενάδες. Ενίοτε μπορεί να στήνουμε και χορούς στα λιμάνια, όπως στις ελληνικές ταινίες του ’60. Άλλωστε για την ελληνική δεξιά και τα ελεγχόμενα μέσα ενημέρωσης, ο εθνικός στόχος είναι να γίνουμε τα γκαρσόνια της Ευρώπης. Και όχι μόνο γκαρσόνια: να σερβίρουμε ό,τι άλλο μπορεί να θέλει ένας πλούσιος τουρίστας. Αν οι ξένοι θέλουν να κάνουν οικόπεδο για τα στρατεύματά τους όλη την Ελλάδα (βλ. ΗΠΑ) θα τους τη δώσουμε. Οι ξένοι στην Ελλάδα είναι καλοδεχούμενοι λοιπόν. Αρκεί να διαθέτουν μια ιδιότητα: να έχουν λεφτά.
Δεν πρόκειται για καινούρια λογική. Η λογική της εθνικοφροσύνης αυτή ήταν πάντα και αυτή παραμένει: μαγκιές με τον αδύναμο, γονυκλισίες στον ισχυρό. «Πατριωτική» εναντίον των τότε ηττημένων αριστερών και λοιπών πολιτικών κρατουμένων, ξενόδουλη και προδοτική υπέρ των ΗΠΑ και της Τουρκίας. Δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι αυτός ήταν και παραμένει ο ιδεολογικός πυρήνας της ηγεσίας της ελληνικής δεξιάς, δηλαδή της ηγεσίας της δεξιάς μιας ημιεξαρτημένης χώρας. Η ιδεολογία της εθνικοφροσύνης απονομιμοποίηθηκε λόγω του Πολυτεχνείου και της προδοσίας της Κύπρου. Η προσπάθεια επανανομιμοποίησης της ξεκίνησε με τον εκσυγχρονισμό, το 1996 (με έναν πιο ραφιναρισμένο τρόπο) και πιο μετωπικό χάρη στη σύμφυση επίσημης δεξιάς και φασιστικής ακροδεξιάς, η οποία εντάθηκε επίσης από τη δεκαετία του ’90 και πλέον ηγεμονεύει τη ΝΔ, χάρη κυρίως στα στελέχη της trash tv, τα οποία μεταπήδησαν στο κόμμα εν μέσω μνημονίων.
Οι εθνικόφρονες, και σήμερα, έχουν έναν εντελώς απλοϊκό, πλην όμως μέχρι ενός σημείου πειστικό, πυρήνα σκέψης: ο ελληνικός λαός είναι ανήμπορος για τα μεγάλα. Η οικονομική, εξωτερική και αμυντική πολιτική του πρέπει να εκχωρείται σε ισχυρές ξένες δυνάμεις, οι οποίες θα πουλούν προστασία στην πατρίδα μας, έστω και με αντίτιμο τη λεηλασία της χώρας. Με αυτόν τον τρόπο, η Ελλάδα θα μετατραπεί σε μία ιδεατή μορφή «Δύσης» (κάτι το οποίο δεν υπάρχει στην πραγματικότητα), έστω και ως υποδεέστερος εταίρος αυτής της (ανύπαρκτης) οικογένειας. Αυτή είναι η προπαγάνδα των συστημικών μέσων ενημέρωσης, της ΝΔ και ενός μεγάλου μέρους των ΣΥΡΙΖΑ και ΚΙΝΑΛ.
Πρόκειται περίπου για αντιγραφή της μετασοβιετικής φαντασίωσης των τότε Ρώσων ολιγαρχών. Οι μάζες των εργαζομένων και των μικρομεσαίων, προκειμένου να μην εξεγείρονται απέναντι σε αυτό το σχήμα διαρκούς μεταφοράς πλούτου προς τους «πάνω» και προς τους «έξω» θα πρέπει να καταστέλλονται και να ταΐζονται με φόβο: Από τη φορολόγηση της «μεσαίας τάξης» στην οποία δεν ανήκουν, έως την εργαλειοποίηση της μουσουλμανικής μειονότητας της Δυτικής Θράκης, αυτό είναι το σχέδιο. Οι Έλληνες ολιγάρχες και οι ξένες πλάτες τους, φυσικά μέσα σε αυτό το πλαίσιο θα λεηλατούν ασταμάτητα. Αλλά αυτό, ο λαός δεν πρέπει να το βλέπει, εξ ου και πειθαναγκάζεται να κοιτάει μόνο δίπλα και κάτω, ποτέ πάνω. Και αν ακόμα κάποια στιγμή κοιτάξει πάνω, θα υπάρξει πλήθος μέσων ενημέρωσης να του πει ότι πάντα τα πράγματα έτσι ήταν.
Η διαχείριση του ναυαγίου της Πύλου υπακούει σε αυτούς ακριβώς τους κανόνες. Το ναυάγιο δεν έχει καμία σχέση με τη φύλαξη των συνόρων μας. Πρώτον, διότι η διάσωση ναυαγών ή εν δυνάμει ναυαγών αποτελεί βασική υποχρέωση κατά το διεθνές δίκαιο ασχέτως συνόρων, διότι οι ναυαγοί δεν είναι εισβολείς. Δεύτερον, διότι το περιστατικό έλαβε χώρα στην ελληνική περιοχή ευθύνης για έρευνα και διάσωση, όπου αν δεν εκτελούμε ορθώς τις υποχρεώσεις μας θα έρθει κάποια άλλη χώρα να διεκδικήσει de facto ή και de jure αργότερα, τη σχετική περιοχή ή τμήμα της.
Εν γένει όμως η υπόθεση του μεταναστευτικού δεν είναι υπόθεση συνόρων και εθνικής ασφάλειας. Τέτοια αποπειράται να την καταστήσει η εθνικόφρων δεξιά σε αγαστή σύμπνοια με τους δικαιωματικούς, δήθεν αριστερούς και στην πραγματικότητα αφελείς φιλελεύθερους. Η μαζική μετακίνηση πληθυσμών είναι ζήτημα διεθνοπολιτικών, περιβαλλοντικών και οικονομικών κρίσεων. Κανείς μα κανείς ιστορικά δεν μετακινείται με αυτούς τους τρόπους και σε αυτό το πλαίσιο για να εισβάλλει ή να καταλάβει μια άλλη χώρα. Όποιος θέλει να καταλάβει χώρα κάνει ό,τι κάναμε και εμείς ως Ελλάδα, κατ’ εντολή των ΗΠΑ, στη Λιβύη και στη Συρία. Όταν λοιπόν η δεξιά μιλά για κλειστά σύνορα και οι δικαιωματικοί για ανοιχτά σύνορα, λένε το ίδιο ακριβώς ψέμα: συνδέουν το ζήτημα της εθνικής ασφάλειας με ένα θέμα το οποίο δεν είναι ζήτημα εθνικής ασφάλειας. Επιπλέον λένε ένα ακόμα ψέμα και οι δύο πλευρές, διότι δεν υπάρχουν ούτε ερμητικώς κλειστά, ούτε ορθάνοιχτα σύνορα. Τα σύνορα ανοίγουν και κλείνουν με βάση τη νομοθεσία του κάθε κράτους, σε κάθε προηγούμενο ανθρώπινης ιστορίας.
Το πρόβλημα με την ελληνική περίπτωση, το οποίο ελάχιστα αναφέρεται, δεν είναι ότι έχει ανοιχτά σύνορα (που δεν έχει) ούτε ότι δεν έχει ανοιχτά σύνορα (που δεν γίνεται να έχει διότι σε τέτοια περίπτωση δεν θα έχει σύνορα και επομένως ούτε επικράτεια), αλλά ότι δεν έχει ουσιαστικώς καμία νόμιμη μεταναστευτική πολιτική, παρότι ακόμα και αν δεν υπήρχε ζήτημα μαζικής μετακίνησης πληθυσμών θα χρειαζόμασταν τέτοια πολιτική, μεταξύ άλλων και για δημογραφικούς λόγους. Βεβαίως, ακόμα και να υπήρχε νόμιμη μεταναστευτική πολιτική επί της ουσίας, θα υπήρχαν παράνομες μετακινήσεις πληθυσμών. Αλλά αν υπήρχε νόμιμη μεταναστευτική πολιτική, δεν θα εγκλωβιζόταν τόσος κόσμος σε μια γκρίζα ζώνη ημινομιμότητας και παρανομίας μέσα στη χώρα μας, μετατρεπόμενος έτσι συχνά και σε κοινωνικό πρόβλημα.
Το επόμενο πρόβλημα είναι ότι αγνοούμε ποια είναι η φύση της μαζικής μετανάστευσης. Διαρκώς ζητούμε από την Ε.Ε. μια ορισμένη «αλληλεγγύη» υπό την έννοια του να δέχονται περισσότερους μετανάστες και πρόσφυγες οι πλουσιότερες χώρες. Στην πραγματικότητα οι αριθμοί που δέχονται η Γερμανία, η Γαλλία και άλλες πλούσιες χώρες δεν είναι μικρός. Αλλά αυτή η υποδοχή μεταναστών δεν λύνει το ζήτημα, όχι για λόγους ποσοτικούς αλλά ποιοτικούς. Η μαζική μετακίνηση που βιώνουμε πρέπει να κατανοήσουμε ότι αποτελεί τη συνέχεια της αποικιοκρατίας με άλλα μέσα. Αφού η «Δύση» και ειδικότερα οι αποικιακές δυνάμεις ρήμαξαν αυτές τις κοινωνίες με την αποικιοκρατία πρώτα και με τη νεοαποικιοκρατία κατόπιν, τώρα «ρουφάνε» το εργατικό τους δυναμικό, επειδή το έχουν ανάγκη λόγω της δημογραφικής κρίσης της «Δύσης». Ο λόγος δε, που μετακινούνται παρανόμως οι εν λόγω πληθυσμοί είναι κατά βάση το γεγονός ότι έτσι πέφτει το κόστος της εργατικής τους δύναμης. Η λύση του μεταναστευτικού-προσφυγικού είναι κατά βάση η εξής: επενδύσεις, καλές δουλειές, κράτος ευημερίας, σταθερότητα, εθνική κυριαρχία και οικονομική άνοδος στις χώρες προέλευσης. Ο κόσμος να ταξιδεύει για τουρισμό και για συγκεκριμένες δουλειές ή σπουδές. Όχι για να επιβιώσει. Η «Δύση» αρνείται κάθε τέτοια πολιτική όμως, γιατί έχει μάθει να κερδίζει κανιβαλίζοντας άλλες κοινωνίες. Εξ ου και η Κίνα γίνεται δημοφιλέστερη σε όλες αυτές τις κοινωνίες από την Ε.Ε. και τις ΗΠΑ. Αν θέλουμε την πιθανότητα περιορισμού του φαινομένου της μαζικής μετακίνησης πληθυσμών να ευχόμαστε το πέρασμα σε έναν πολυκεντρικό κόσμο να συντελεστεί το ταχύτερο δυνατό.
Η Ελλάδα, η οποία επίσης χρειάζεται σε ορισμένους κλάδους εργατικό δυναμικό, επειδή δεν έχει καμία εθνική πολιτική (η εθνικοφροσύνη που λέγαμε) έχει δεχτεί ευχαρίστως το ρόλο του μαντρόσκυλου ή, αν προτιμάτε, του πορτιέρη, της Ε.Ε.: πληρώνεται για να ελέγχει τα εξωτερικά σύνορα των πλουσίων της Ε.Ε. Επειδή δεν έχει νόμιμη εθνική μεταναστευτική πολιτική, δεν διοχετεύει τους μεταναστευτικούς πληθυσμούς σε περιοχές, σε κοινωνικές συνθήκες και σε εργασίες που θα βοηθούσαν και τη χώρα μας και τους ίδιους ως προς την ένταξή τους, αλλά τους εγκλωβίζει είτε σε κέντρα διαλογής για τους πλουσίους της Ε.Ε. (hotspot και κέντρα κράτησης), είτε σε περιοχές των μεγάλων πόλεων στις οποίες το real estate κεφάλαιο θέλει να ρίξει τις εμπορικές αξίες, για να τις αγοράσουν τα funds φτηνά. Αυτό συμβαίνει με περιοχές του κέντρου των Αθηνών.
Οι εθνικόφρονες λοιπόν, οι οποίοι θέλουν τη χώρα εξαρτημένη, οι οποίοι τη θέλουν να είναι ο υπηρέτης ξένων και όχι εθνικών συμφερόντων, στρέφουν το μεταναστευτικό στην κατεύθυνση των συνόρων και της υπεράσπισής τους. Οι ανόητοι δικαιωματικοί ακολουθούν πιστά. Και έτσι ο λαός μας εξαχρειώνεται, καθότι και η δεξιά και η «αριστερά» του λένε ότι το μεταναστευτικό είναι πρόβλημα συνόρων, ενώ στην πραγματικότητα το μεταναστευτικό είναι η συνέχιση της αποικιοκρατίας και πρόβλημα του καπιταλισμού και της εξάρτησης, σε ό,τι αφορά την πατρίδα μας. Και κάθε λαός θέλει τα σύνορά του ασφαλή (και δικαίως). Οι πνιγμένοι και σε αυτό το ναυάγιο μόνο για τους κρετίνους ήταν παρ’ ολίγον εισβολείς. Είναι θύματα της αποικιοκρατίας. Αν δε, κατορθωθεί να μας κάνουν τους περισσοτέρους κρετίνους, θα έρθει η ώρα που θα έχουμε κι εμείς παρόμοιο τέλος.
*Ο Θέµης Τζήµας είναι δικηγόρος, διδάκτορας ∆ηµοσίου ∆ικαίου και Πολιτικής Επιστήµης του ΑΠΘ και µεταδιδακτορικός ερευνητής. Έχει δηµοσιεύσει µελέτες σε διεθνή συνέδρια και σε νοµικές επιθεωρήσεις και έχει συµµετάσχει σε διάφορες διεθνείς αποστολές. Είναι επίσης συγγραφέας βιβλίου με τίτλο "Η Ελλάδα και ο Ελληνισμός στη μετααμερικανική εποχή. Μετά την Ουκρανία, τι;"(2022, εκδόσεις Τόπος)