Ετικέτες

Δευτέρα 8 Ιουνίου 2020

Η απαξίωση των ελληνικών νησιών



Από άρθρο του Θοδωρή Τσιμπίδη, διευθυντή του Ινστιτούτου Θαλάσσιας Προστασίας "Αρχιπέλαγος" (i), που δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα των Συντακτών (αναδημοσίευση επισης στο environmentstp.blogspot.com και στο hereticalideas.gr)




Archipelagos - Institute of Marine Conservation
Όσοι είχαν την τύχη να ζήσουν σε ελληνικά νησιά κατά τις δεκαετίες του 1960-1970 ή και νωρίτερα, πρόλαβαν το τέλος της αυτονομίας που, για χιλιάδες χρόνια, χαρακτήριζε το Αιγαίο. Τότε, πολλές φορές τα καράβια μπορεί να μην προσέγγιζαν ακόμα και για πολλές εβδομάδες, γεγονός που δεν επηρέαζε την επάρκεια σε αγαθά. Σε όλα τα σπίτια και κάθε εποχή, οι άνθρωποι φρόντιζαν να αποθηκεύουν ό,τι παρήγαγαν, για να βιοπορίζονται τους επόμενους μήνες. Τα λίγα πράγματα που δεν παρήγαγαν, όπως η ζάχαρη, το ρύζι, ο καφές και η κηροζίνη για τις λάμπες, τα προμηθεύονταν από τα λίγα καταστήματα που υπήρχαν, με τα λίγα χρήματα που διέθεταν ή μέσω ανταλλαγής προϊόντων. Το πλοίο από τον Πειραιά ερχόταν σποραδικά, μεταφέροντας τα λιγοστά χρειαζούμενα. Αντίστροφα, το ταξίδι από τα νησιά, συνοδευόταν από πολλά προϊόντα είτε προς πώληση, είτε προς συγγενείς που ζούσαν στην Αθήνα και τον Πειραιά.

Τα μεγαλύτερα νησιά, όπως η Λέσβος, η Χίος και η Σάμος, ήταν για αιώνες σημαντικοί τόποι παραγωγής και εξαγωγής αγροτικών και κτηνοτροφικών προϊόντων, ενώ διέθεταν και μικρές βιομηχανικές μονάδες (π.χ. βυρσοδεψεία, σαπωνοποιεία). Η Ικαρία εξήγε σταφίδα, το περίφημο καϊσί (ποικιλία βερίκοκου), αμύγδαλα και άλλα. Η Κύθνος, μέχρι και τα τέλη της δεκαετίας του 1970, εξήγε το επίσης περίφημο θερμιώτικο κριθάρι, το οποίο κάλυπτε το σύνολο της παραγωγής της μπίρας ΦΙΞ, απασχολώντας την πλειονότητα των κατοίκων του νησιού. Η Πάρος εξήγε μεγάλες ποσότητες σιτηρών και η Νάξος πατάτες, φρούτα και λαχανικά. Πολλά νησιά εξήγαν και πρώτες ύλες (π.χ. κάρβουνο, ασβέστη ή ορυκτό καολινίτη - το βασικό συστατικό της πορσελάνης). Μικρά εμπορικά καΐκια ταξίδευαν μεταξύ των νησιών, καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου, για εμπόριο ή για ανταλλαγή προϊόντων. Τα τελευταία εμπορικά καΐκια που είχαν απομείνει στο Αιγαίο σταμάτησαν τους πλόες τους πριν από δεκαπέντε περίπου χρόνια. 

Σήμερα, όταν τα πλοία δεν προσεγγίζουν τα νησιά, χρειάζονται μόνο 3 μέρες για να αδειάσουν τα ράφια όλων των καταστημάτων. Επειτα από 5-6 ημέρες, υπάρχει παντελής έλλειψη σε λαχανικά, φρούτα και σχεδόν σε όλα τα είδη τροφίμων, ενώ πλέον δεν υπάρχει ούτε πόσιμο νερό, καθώς στα περισσότερα νησιά οι κάτοικοι καταναλώνουν σχεδόν αποκλειστικά εμφιαλωμένο. Στις 10-12 ημέρες, η επιβίωση γίνεται πάρα πολύ δύσκολη. Οι νησιώτες στερούνται ακόμη και το αλάτι, που παλιότερα το έφερναν τα παιδιά στο σπίτι με τα κουβαδάκια τους. 

Πώς τα νησιά μας, μέσα σε λίγα χρόνια, μετατράπηκαν σε απόλυτα εξαρτημένους τόπους, χωρίς πρωτογενή παραγωγή, αλλά και χωρίς πόσιμο νερό; Πώς περάσαμε από την εποχή που ανταλλάσσαμε προϊόντα και πολιτισμό στο Αιγαίο στο σήμερα που τα νησιά κατέληξαν να ανταλλάσσουν μόνο απορρίμματα από τις ανοιχτές χωματερές; Η σημερινή κατάσταση αντανακλά τις πολιτικές των προηγούμενων χρόνων που μετέτρεψαν τα νησιά σε μια τουριστική "μονοκαλλιέργεια", καθώς οι περισσότερες καλλιέργειες ερήμωσαν και τη θέση τους πήραν μικρές και μεγάλες τουριστικές μονάδες. Τις προηγούμενες δεκαετίες, οι νησιώτες δεν εξαντλούσαν τη φύση γιατί ήξεραν ότι αυτοί οι ίδιοι θα πληγώνονταν στο τέλος. Αξιοποιούσαν τις πηγές και τον υδροφόρο ορίζοντα, ενώ υπήρχε και συστηματική συλλογή των όμβριων υδάτων. Σήμερα, τα συστήματα αποτροπής της διάβρωσης εγκαταλείφθηκαν, και μαζί με το γόνιμο χώμα χάνεται και ο υδροφόρος ορίζοντας. Καταστράφηκε και το παραδοσιακό σύστημα κτηνοτροφίας με αποτέλεσμα την υπερβόσκηση. 

Η αντίστροφη πορεία ξεκίνησε τη δεκαετία του 1980, όταν οι κρατικές αρχές, ακολουθώντας μια ευρωπαϊκή πολιτική, ενθάρρυναν τους νησιώτες να λάβουν ετήσια επιδότηση για όσα περισσότερα αιγοπρόβατα θα αποφάσιζαν να εκθρέψουν, χωρίς προϋποθέσεις και χωρίς να συνυπολογίζεται η φέρουσα ικανότητα. Έτσι, τα λίγες εκατοντάδες ζώα έγιναν πολλές χιλιάδες. Ο αριθμός των κτηνοτρόφων αυξήθηκε, η βλάστηση αφανίστηκε από την υπερβόσκηση και την συνεπακόλουθη διάβρωση των εδαφών, ενώ ζημιώθηκαν και οι κτηνοτρόφοι, καθώς δεν υπήρχαν πλέον βοσκότοποι και αναγκάζονταν να μεταφέρουν στα νησιά ακριβές εισαγόμενες τροφές. Το αποτέλεσμα ήταν η καταστροφή του κτηνοτροφικού κλάδου

Η επόμενη παρέμβαση ήταν η απαξίωση του αλιευτικού κλάδου. Στην Ελλάδα δεν έχει εφαρμοστεί καμία ουσιαστική πρακτική διαχείρισης των ιχθυαποθεμάτων μετά τη δεκαετία του 1970, με τα αποθέματα των ψαριών να μειώνονται ανησυχητικά, χρόνο με τον χρόνο. Αντ' αυτού, η ευρωπαϊκή πολιτική αποφάσισε να περιορίσει την υπεραλίευση καταστρέφοντας (δηλαδή σπάζοντας σε κομμάτια) περισσότερα από 13.500 αλιευτικά σκάφη, το 90% των οποίων ήταν ξύλινα παραδοσιακά κομψοτεχνήματα της ναυπηγικής τέχνης, που σήμερα δεν είμαστε σε θέση να κατασκευάσουμε. Μαζί με αυτή τη μοναδική πολιτιστική κληρονομιά εξαφανίστηκαν και πολλές χιλιάδες θέσεις εργασίας. Με τις 30.000 έως 50.000 ευρώ που ήταν η μέση αποζημίωση για την καταστροφή του κάθε καϊκιού, ο κάθε ψαράς συνήθως έχτιζε λίγα ενοικιαζόμενα δωμάτια ή κάποια αντίστοιχη εποχιακή τουριστική δραστηριότητα, με την οποία προφανώς δεν μπορεί να επιβιώσει όλο τον χρόνο. Παράλληλα, στις ίδιες περιοχές όπου οι ψαράδες χρησιμοποιούσαν ήπια αλιευτικά μέσα (δίχτυα και παραγάδια), τώρα ψαρεύουν κυρίως μεγάλα αλιευτικά σκάφη, εξαντλώντας τα ιχθυαποθέματα και συχνά καταστρέφοντας ολόκληρα παραγωγικά οικοσυστήματα. 

Ο τουρισμός, όταν αποτελεί "μονοκαλλιέργεια", δεν μπορεί να εξασφαλίσει την μόνιμη και σταθερή επιβίωση των νησιωτικών κοινωνιών. Και σαν να μην έφταναν όλα τα παραπάνω, τώρα οι πολιτικοί μας έχουν ξεκινήσει να εφαρμόζουν άλλη μια λαμπρή ιδέα, που πιθανώς θα αποτελέσει και τη χαριστική βολή για τα νησιά. Μετά από όλη αυτή την απαξίωση και καταστροφή σε στεριά και θάλασσα, σκέφτηκαν να εγκαταστήσουν μια νέα βιομηχανική παραγωγή στα νησιά και στις νησίδες. Σε νησιά όπου επί αιώνες οι άνθρωποι πρόσεχαν ακόμα και το πώς θα μετακινήσουν μια πέτρα, ώστε να μην επηρεάσουν αισθητικά το τοπίο και να μην προξενήσουν διάβρωση, δηλαδή απώλεια γόνιμου εδάφους, οι κάτοικοι έχουν διαμορφώσει ένα αισθητικό τοπίο, σημαντικό δείγμα πολιτισμού. Τα κτίσματα είναι συνυφασμένα με το περιβάλλον με μια εξαιρετική ισορροπία συνύπαρξης. Αυτή η ισορροπία άλλωστε ήταν προϋπόθεση για να μπορεί να λειτουργεί η γεωγραφικά απομονωμένη κοινωνία, στην οποία ο ένας είχε πραγματική ανάγκη τον άλλον. Μέρος αυτής της μοναδικής αισθητικής είναι ακόμα και ο ήχος που παράγεται από τον αέρα που περνά μέσα από τα στενά σοκάκια... 

Η τελευταία λοιπόν λαμπρή ιδέα που είχαν οι πολιτικοί μας ήταν, σε αυτά τα μοναδικά τοπία και οικοσυστήματα, να εγκαταστήσουν μια καινούργια μορφή "ανάπτυξης", που προωθούν με τον ειρωνικό τίτλο "πράσινα(!) νησιά". Όπως διαβάζουμε στις περιβαλλοντικές μελέτες των μεγάλων αιολικών πάρκων, δηλώνουν ότι έτσι "θα αναβαθμίσουν την αναπτυξιακή φυσιογνωμία της περιοχής εγκατάστασης" και ότι τα αιολικά πάρκα "θα αποτελέσουν καμάρι της περιοχής και καύχημα των κατοίκων οι οποίοι έτσι θα αποδείξουν το εκσυγχρονιστικό τους πρόσωπο και την περιβαλλοντική τους συνείδηση"! Αυτή η περιγραφή είναι μια ξεκάθαρη προσβολή της ιστορίας αλλά και της νοημοσύνης των νησιωτών. 

Σε μοναδικά νησιά, όπως η Αμοργός, η Πάρος, η Τήνος, η Ανδρος, η Ικαρία, η Σαμοθράκη και άλλα, αλλά και σε μικρονήσια με ιδιαίτερα σημαντικά οικοσυστήματα, όπως τα Λέβιθα και η Κίναρος, όπου ζουν λίγοι εναπομείναντες κάτοικοι, προετοιμάζεται η εγκατάσταση μονάδων παραγωγής αιολικής ενέργειας σε βιομηχανική κλίμακα! Ενέργειας που δεν θα καλύπτει απλώς τις ανάγκες των κατοίκων, αλλά θα μεταφέρεται μέσω υποβρύχιων καλωδίων στα αστικά κέντρα και στους μεγάλους καταναλωτές, με έργα τα οποία έπειτα από 15-20 χρόνια θα είναι πεπαλαιωμένα και θα πρέπει να κατεδαφιστούν. Βασικό κίνητρο γι' αυτή τη χωροθέτηση είναι η δωρεάν γη. Θα μπορούσαν να γίνουν αντίστοιχες εγκαταστάσεις βιομηχανικής κλίμακας κοντά σε πόλεις - όπως γίνεται στην υπόλοιπη Ευρώπη - αλλά αυτό έχει κόστος για τους επενδυτές, ενώ τα βουνά και τα νησιά τούς παραχωρούνται δωρεάν, και τα έξοδα που θα κάνουν θα είναι σε μεγάλο βαθμό επιδοτούμενα ως "πράσινη" επένδυση. 

Προϋπόθεση για να γίνουν αυτά τα μεγάλης κλίμακας έργα είναι να ισοπεδωθούν οι κορυφογραμμές και να διανοιχθούν δρόμοι όπου θα μπορούν να κινηθούν και να ελιχθούν οχήματα μήκους μεγαλύτερου των 30 μέτρων. Για παράδειγμα, μόνο σε ένα από τα έργα που έχουν ήδη αδειοδοτηθεί και αφορά 14 νησιά και νησίδες της Δωδεκανήσου και των Κυκλάδων, σε περιοχές Natura 2000, προγραμματίζουν να εγκαταστήσουν περισσότερες από 100 ανεμογεννήτριες, με ύψος έως και τα 198 μέτρα η κάθε μία, σε νησιά όπου το μέσο υψόμετρο δεν ξεπερνά τα 300 μέτρα! Η παραγόμενη ισχύς θα είναι 2,5 MW ανά ανεμογεννήτρια, δηλαδή όσο είναι η μέση κατανάλωση ενός νησιού μεγέθους αντίστοιχου με τη Σίφνο. Για να μπορέσει να γίνει η συγκεκριμένη εγκατάσταση, πρέπει να κατασκευαστούν 70 χιλιόμετρα οδικού δικτύου σε δύσβατες περιοχές, να γίνουν εκτεταμένες εκσκαφές, να κατασκευαστούν 14 λιμάνια (μιας χρήσης), δυσανάλογα με το μέγεθος των νησιών, για να εξυπηρετήσουν τις ανάγκες της εκφόρτωσης όλων αυτών των υλικών και οχημάτων. Θα πρέπει να τσιμεντωθούν τα βουνά με εκατοντάδες χιλιάδες κυβικά τσιμέντου, να γίνει εκσκαφή για την επίχωση 673 χιλιομέτρων καλωδίων μέσης τάσης, και πολλές άλλες αντίστοιχες "αναπτυξιακές παρεμβάσεις". Όλα αυτά, σε μια εποχή που οι ΑΠΕ μικρής κλίμακας και μεγάλης απόδοσης βρίσκονται στο απόγειό τους παγκοσμίως ενώ εμείς επιμένουμε να εφαρμόσουμε τεχνολογίες που ανήκουν στο παρελθόν αλλά παράγουν υψηλό κέρδος για τους μεγάλους επενδυτές και τους κατασκευαστές

Τις δραματικές επιπτώσεις στην ορνιθοπανίδα, λίγοι είναι αυτοί που μπορούν να τις συμμεριστούν. Κάτι όμως που όλοι μπορούν να καταλάβουν είναι οι δραματικές συνέπειες της μετατροπής του μικροκλίματος: όπως επιβεβαιώνει η διεθνής εμπειρία, οι στροβιλισμοί που προκαλούνται από τις έλικες των ανεμογεννητριών δημιουργούν έντονη ανάμιξη των αέριων μαζών, μεταβάλλοντας τη θερμοκρασία και την υγρασία κοντά στην επιφάνεια του εδάφους. Στα νησιά, ο υδροφόρος ορίζοντας δεν εμπλουτίζεται από τις λιγοστές βροχές του έτους, αλλά από το λεγόμενο αγιάζι, δηλαδή τους υδρατμούς που προέρχονται από την εξάτμιση του θαλασσινού νερού, σχεδόν όλο τον χρόνο και κατά τη διάρκεια της νύχτας, οι οποίοι συμπυκνώνονται και κατακάθονται στις κορυφές και στις πλαγιές των βουνών. Με τη βοήθεια της βλάστησης και των ριζωμάτων, αυτή η υγρασία καταλήγει στον υδροφόρο ορίζοντα. Τα τεράστια αιολικά πάρκα θα εξαφανίσουν το αγιάζι, μειώνοντας έτσι την τροφοδοσία των πηγών και επιδεινώνοντας περαιτέρω το πρόβλημα έλλειψης νερού. Ταυτόχρονα, καθώς η θερμοκρασία στις κορυφές των βουνών θα ανέβει, θα προκληθεί έντονη ξηρασία, προξενώντας επομένως ολική καταστροφή. Καθώς λοιπόν μας αρέσει να επικαλούμαστε την ιστορία χιλιάδων ετών αυτού του τόπου, του οποίου βρεθήκαμε να είμαστε οι τωρινοί διαχειριστές, πρέπει να αναλογιστούμε πώς καταφέραμε, μέσα σε λίγες δεκαετίες, να προκαλέσουμε ένα τόσο μεγάλο πολιτισμικό και περιβαλλοντικό πλήγμα. Και να αναλογιστούμε επίσης εάν θέλουμε να είμαστε εμείς αυτοί που θα επιφέρουμε και την χαριστική βολή: την μη αναστρέψιμη καταστροφή για τις τοπικές κοινωνίες, τον τουρισμό, το περιβάλλον και την ποιότητα της ζωής. 





Δεν υπάρχουν σχόλια: