Άρθρο του Dale Jamieson* με τίτλο "Against Zoos", από το βιβλίο του Peter Singer "In Defense of Animals: The Second Wave" (πρώτη έκδοση 1985), σελίδες 108-117, που αναρτήθηκε στον ιστότοπο animal-rights-library.com.
Απόδοση στα ελληνικά και "hyperlinks", Κάκη Πριμηκύρη**
I. Μικρή ιστορική αναδρομή
Στην σύγχρονη εποχή, ζωολογικός κήπος είναι ένας περιφραγμένος χώρος που εκθέτει μια μικρή ή μεγάλη συλλογή από άγρια ζώα με σκοπό την διασκέδαση και την επιμόρφωση του κοινού. Τέτοιου είδους συλλογές ζώων υπήρχαν και σε προγενέστερους χρόνους, δεν εξυπηρετούσαν όμως αυτό που σήμερα εννοούμε με τον όρο "διασκέδαση" ή "εκπαίδευση", αλλά τελείως διαφορετικούς σκοπούς.
Στην αρχαία Ρώμη, για παράδειγμα, υπήρχαν αιχμάλωτα άγρια ζώα, τα οποία χρησίμευαν σαν "αποθήκες ζωντανής ζωοτροφής" για τους αγώνες, που ήταν ιδιαίτερα δημοφιλείς στις ρωμαϊκές αρένες. Μέχρι τον 18ο αιώνα, μεγάλες συλλογές ζώων αποτελούσαν για τους ηγεμόνες της Δύσης σύμβολα ισχύος, τα οποία επιδείκνυαν ή και θυσίαζαν κατά την κρίση τους. Το 1719 μάλιστα, ο ηγεμόνας της Δρέσδης Αύγουστος ο Β’ δεν δίστασε να σφαγιάσει ολόκληρο το θηριοτροφείο του, που περιελάμβανε τίγρεις, λιοντάρια, ταύρους, αρκούδες και αγριογούρουνα. Τους πρώτους σύγχρονους ζωολογικούς κήπους τους συναντάμε κατά τον 18ο αιώνα, στην Βιέννη, στη Μανδρίτη, και στο Παρίσι και, τον 19ο αιώνα, στο Λονδίνο και στο Βερολίνο. Στην Αμερική, οι πρώτοι ζωολογικοί κήποι ιδρύθηκαν στη Φιλαδέλφεια και στο Οχάιο, το 1870.
Σήμερα, στις ΗΠΑ υπάρχουν εκατοντάδες ζωολογικοί κήποι που δέχονται εκατομμύρια επισκέπτες κάθε χρόνο, και ποικίλουν από απλά θηριοτροφεία και ζωεμπόρους στις άκρες των δρόμων, μέχρι οργανωμένα ζωολογικά πάρκα στελεχωμένα με ειδικευμένο προσωπικό. Σήμερα, οι Ρωμαϊκές αρένες δεν υπάρχουν πια, όμως οι ταυρομαχίες και τα ροντέο ακολουθούν την ίδια παράδοση. Στην σημερινή εποχή, η δύναμη των ηγεμόνων δεν στηρίζεται πλέον στην επίδειξη της κυριαρχίας τους πάνω στα άγρια ζώα, αλλά στα όπλα. Και όμως οι ζωολογικοί κήποι υπάρχουν ακόμα. Γιατί άραγε;
ΙΙ. Τα ζώα και η έννοια της Ηθικής
Ηθικοί λόγοι συνηγορούν εναντίον της διατήρησης αγρίων ζώων σε κατάσταση αιχμαλωσίας, εναντίον της αρπαγής τους από τη φύση, της μεταφοράς σε μακρινές αποστάσεις και του εγκλεισμού τους σε ένα περιβάλλον ξένο και ανοίκειο, που δεν μπορεί να εκπληρώσει τις βασικές ζωτικές τους ανάγκες, ούτε τους επιτρέπει να εκφράσουν την φυσική και κοινωνική συμπεριφορά την οποία ορίζει το είδος τους. Ο μόνος λόγος συνεπώς που θα μπορούσε να δικαιολογήσει κάτι τέτοιο είναι το ανθρώπινο όφελος που προκύπτει από αυτόν τον εγκλεισμό. Και σε αυτό το σημείο προκύπτουν δύο ερωτήματα: Έχουμε, σαν άνθρωποι, κάποιους ηθικούς κανόνες που ορίζουν τη συμπεριφορά μας απέναντι στα ζώα; Και αν όχι, τότε μήπως θα έπρεπε τουλάχιστον να είχαμε κάποιους ηθικούς κανόνες που να ορίζουν τη συμπεριφορά μας απέναντι στους ανθρώπους που τα αγαπούν και τα σέβονται;
O Ιμμάνουελ Καντ, παρόλη την ανθρωποκεντρική ηθική του, αναγνώριζε κάποιες υποχρεώσεις προς τη φύση, λέγοντας πως εκείνο που καθορίζει την καθαρότητα της καρδιάς ενός ανθρώπου είναι ο τρόπος με τον οποίο συμπεριφέρεται στα ζώα, και καταδικάζοντας για τον λόγο αυτόν κάποιον που θα πυροβολούσε τον πιστό του σκύλο μόνο και μόνο γιατί γέρασε και δεν είναι πλέον ικανός να τον υπηρετεί. Με βάση λοιπόν ακόμα και ένα καθαρά ανθρωποκεντρικό μοντέλο σκέψης, η καρδιά ενός ανθρώπου που αρπάζει ένα άγριο ζώο από τη φύση και του στερεί την ελευθερία, είναι σκληρή. Και, με βάση μια καθαρά ανθρωποκεντρική ηθική, ο μοναδικός λόγος που θα μπορούσε να αιτιολογήσει την σκληρότητα προς τα ζώα, είναι το όφελος για τους ανθρώπους. Αυτό το όφελος καλούνται λοιπόν να τεκμηριώσουν οι υπέρμαχοι των ζωολογικών κήπων, και κάτι ακόμα: ότι ο εγκλεισμός των ζώων είναι ο μόνος διαθέσιμος τρόπος μέσα από τον οποίο μπορούν, κατά τον οποιονδήποτε τρόπο, να ωφεληθούν οι άνθρωποι και ότι – ούτε καν στις μέρες μας – υποκατάστατο αυτής της σκληρότητας δεν υπάρχει. Κατά πόσον είναι όμως ικανοί να το κάνουν; Και κατά πόσον τα επιχειρήματά τους έχουν τόπο να σταθούν απέναντι στην αντικειμενική πραγματικότητα της σημερινής εποχής;
III. Τα επιχειρήματα
Ποια είναι τα σημαντικότερα οφέλη που μπορούν να προσφέρουν στον σύγχρονο άνθρωπο οι ζωολογικοί κήποι; Διασκέδαση; Εκπαίδευση; Ευκαιρία για επιστημονική έρευνα; Ή μήπως συμβολή στην προσπάθεια για την διατήρηση των ειδών;
Η αλήθεια είναι ότι οι περισσότεροι επισκέπτες των ζωολογικών κήπων βρίσκονται εκεί κυρίως γιατί επιθυμούν να διασκεδάσουν ή να "ξεσκάσουν", και ότι η κάθε επιχείρηση θα πρέπει να είναι σε θέση να ικανοποιεί τις επιθυμίες των πελατών της, προκειμένου να παραμείνει οικονομικά βιώσιμη. Άλλωστε, η διασκέδαση του κοινού ήταν και ο κύριος λόγος που οδήγησε στη δημιουργία των ζωολογικών κήπων με τη σημερινή τους μορφή. Δικαιολογείται όμως ο εγκλεισμός αγρίων ζώων σε συνθήκες αιχμαλωσίας για την ικανοποίηση αυτής της δημόσιας επιθυμίας;
Οι περισσότεροι εκπρόσωποι των ζωολογικών κήπων υποστηρίζουν ότι η διασκέδαση ΔΕΝ αποτελεί τον πρωταρχικό τους σκοπό, ότι η ευχαρίστηση που προκαλείται από την έκθεση των ζώων δεν είναι λόγος αρκετά σημαντικός για να δικαιολογήσει την αιχμαλωσία, ότι η αιχμαλωσία είναι ένα "αναγκαίο κακό", και ότι η διασκέδαση αποτελεί απλώς ΤΟ ΜΕΣΟΝ που διατηρεί σε υψηλά επίπεδα το ενδιαφέρον του κόσμου, οδηγώντας στην ευαισθητοποίηση και στην επιμόρφωση του κοινού και ιδιαίτερα των παιδιών***. Σε ορισμένες μάλιστα περιπτώσεις, ισχυρίζονται ότι συμβάλλουν στην πληροφόρηση του κόσμου σχετικά με τα ζώα που απειλούνται με εξαφάνιση, ότι προάγουν την ευαισθητοποίηση στη λήψη μέτρων προστασίας, και ότι συνεργάζονται με διάφορους επιστημονικούς φορείς (βλ. Ελλάδα, ΜΚΟ Πελαργός) για την διατήρηση των ειδών.
Εκπαίδευση λοιπόν: Αυτός υποτίθεται ότι είναι ο σπουδαιότερος ρόλος των σύγχρονων ζωολογικών κήπων, αυτός είναι ο κυριότερος λόγος που δικαιολογεί την ύπαρξή τους, και σ’ αυτόν έχουν στηρίξει τα επιχειρήματά τους οι υποστηρικτές τους, από την αρχή. Όμως αυτός ο τόσο κοινός ισχυρισμός και ο υποτιθέμενος "ευσεβής πόθος" των ζωολογικών κήπων ελάχιστα φαίνεται ότι ευσταθεί. Σε μια μελέτη με τίτλο "Οι Ζωολογικοί Κήποι στην Αμερικανική Κοινωνία" (People at Zoos: A Sociological Approach), που παρουσιάστηκε το 1979, αποδεικνύεται ότι οι περισσότεροι θαμώνες των ζωολογικών κήπων είναι πολύ λιγότερο ενημερωμένοι σχετικά με τα ζώα από τους κυνηγούς, τους ψαράδες, και διάφορους άλλους που ενδιαφέρονται και ασχολούνται με αυτά, και μόνον ελάχιστα περισσότερο ενημερωμένοι από αυτούς που δεν ενδιαφέρονται καθόλου. Και ακόμα χειρότερα, οι θαμώνες των ζωολογικών κήπων εκφράζουν προκαταλήψεις, δείχνοντας την συμπάθειά τους σε ορισμένα είδη και την απέχθειά τους σε άλλα. Ένας λόγος εξ αιτίας του οποίου οι περισσότεροι ζωολογικοί κήποι δεν συνεισφέρουν στην εκπαίδευση του κοινού είναι ότι δεν κάνουν καμία αληθινή προσπάθεια προς αυτήν την κατεύθυνση, ενώ εισπράττουν εισητήρια από ένα αδιάφορο και κάθε άλλο παρά συναισθανόμενο κοινό.
Μια έρευνα για τον ζωολογικό κήπο Buffalo της Νέας Υόρκης, που δημοσιεύτηκε στo επιστημονικό περιοδικό "International Journal for the Study of Animal Problems" [1980-1983], το 1981, αποκαλύπτει μια σχεδόν απόλυτη αδιαφορία του κοινού προς τις επιμορφωτικές προσπάθειες των ζωολογικών κήπων. Σύμφωνα με την μελέτη αυτή, οι επισκέπτες περνούν βιαστικά μπροστά από τα κλουβιά, χωρίς να σταματήσουν για να παρατηρήσουν τα ζώα. Ένας τυπικός επισκέπτης ζωολογικού κήπου σταματά μονάχα για να κοιτάξει ένα ζωάκι που είναι μωρό, παρακαλάει για τροφή ή βγάζει περίεργους ήχους, και οι πιο συνηθισμένες λέξεις που χρησιμοποιεί για να το περιγράψει είναι χαριτωμένο, αστείο, τεμπέλικο, βρωμιάρικο, αλλόκοτο ή παράξενο.
Παρ' όλα αυτά, είναι γεγονός ότι σε ορισμένους ζωολογικούς κήπους πραγματοποιείται κάποιου είδους έρευνα. Όμως, σε αυτό το σημείο, τίθεται ένα άλλο ερώτημα: Τι είδους μόρφωση είναι αυτή που επιδιώκουν οι ζωολογικοί κήποι να προσφέρουν στους επισκέπτες τους; Γνώσεις σχετικές με την φυσιολογία και την συμπεριφορά των διαφόρων ζώων; Γνώσεις σχετικές με τη διάσωση των ζώων που απειλούνται με εξαφάνιση; Μήπως συμπόνοια για τη μοίρα όλων των πλασμάτων; Και κατά πόσον αυτή η επιμορφωτική προσφορά προϋποθέτει τον εγκλεισμό των αγρίων ζώων σε συνθήκες αιχμαλωσίας; Η προβολή διαφανειών και ταινιών, οι διαλέξεις, και ούτω καθ’ εξής, δεν θα μπορούσαν να προσφέρουν στο κοινό ανάλογη επιμόρφωση; Μήπως εκθέτοντας μόνον κλουβιά, άδεια από ζώα αλλά γεμάτα από πληροφορίες, θα μπορούσαμε να οδηγηθούμε στο ίδιο αποτέλεσμα;
"Οι ζωολογικοί κήποι συμβάλλουν στην επιστημονική έρευνα": Επιχείρημα παλιό και ως επί το πλείστον ξεπερασμένο. Ο Sir Humphrey Davy, ένας από τους ιδρυτές της Ζωολογικής Εταιρείας του Λονδίνου, εν έτει 1825 έγραψε: "Θα μπορούσε η Βρεττανία να προσφέρει κάτι άλλο, εντελώς διαφορετικό από την απλή έκθεση των ζώων στους κατοίκους της πρωτεύουσας; Συγκεκριμένα, θα μπορούσαν τα ζώα που έχουν έρθει από την άλλη άκρη του κόσμου να χρησιμοποιηθούν για κάποιον χρήσιμο σκοπό, σαν αντικείμενα επιστημονικής έρευνας και όχι σαν αντικείμενα χυδαίου θαυμασμού;"
Οι ζωολογικοί κήποι συμβάλλουν στην επιστημονική έρευνα κυρίως με τρείς τρόπους: Χρηματοδοτώντας επιστήμονες που δεν συνεργάζονται μαζί τους, προσφέροντας εργασιακή απασχόληση σε επιστήμονες που αποτελούν μέρος του προσωπικού τους, και προσφέροντας στον ερευνητικό τομέα ζώα, τα οποία δεν θα μπορούσε με άλλον τρόπο να είναι διαθέσιμα προς μελέτη****.
Κατ’ αρχήν, ελάχιστοι είναι οι ζωολογικοί κήποι που συμβάλλουν στην οποιαδήποτε επιστημονική έρευνα ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ. Και ακόμα λιγότεροι εκείνοι που προσφέρουν πλήρη απασχόληση σε ερευνητικό επιστημονικό προσωπικό. Οι επιστήμονες προτιμούν να μελετήσουν τα ζώα στο φυσικό τους περιβάλλον παρά στις συλλογές των ζωολογικών κήπων, η ίδια χρηματοδότηση μπορεί να γίνει και από κάποιον άλλον κυβερνητικό ή μη κυβερνητικό φορέα, και οι έρευνες που πραγματοποιούνται από τους ζωολογικούς κήπους έχουν αμφισβητούμενη σπουδαιότητα. Εν πάσει περιπτώσει, οι μελέτες που μπορούν να πραγματοποιηθούν μέσα στα πλαίσια της συλλογής των ζώων στους ζωολογικών κήπους μπορούν να χωριστούν σε δύο κατηγορίες: Μελέτες συμπεριφοράς και μελέτες ανατομίας, φυσιολογίας και παθολογίας.
Οι μελέτες της συμπεριφοράς των ζώων μέσα στα πλαίσια ενός ζωολογικού κήπου είναι κατά κοινή ομολογία αμφιλεγόμενες. Πολλοί είναι εκείνοι που υποστηρίζουν ότι η μελέτη των ζώων στις αφύσικες συνθήκες της αιχμαλωσίας δεν έχουν να προσφέρουν τίποτα απολύτως, ενώ κάποιοι άλλοι θεωρούν ότι τα αιχμάλωτα ζώα παρουσιάζουν μεγαλύτερο ενδιαφέρον σαν αντικείμενα ερευνών από ότι τα ελεύθερα, κι’ αυτό γιατί τα αιχμάλωτα δεν απειλούνται από φυσικούς εχθρούς και εκφράζουν με μεγαλύτερη άνεση τη συμπεριφοράς τους, επιτρέποντας έτσι στους ερευνητές να γνωρίσουν ένα μεγαλύτερο εύρος των φυσικών τους δυνατοτήτων. Και οι δύο αυτές θέσεις μπορούν να θεωρηθούν ακραίες. Σε ορισμένες περιπτώσεις, μπορεί οι συνθήκες που επικρατούν σε μερικούς ζωολογικούς κήπους να προσομοιάζουν αρκετά με αυτές που επικρατούν στη φύση, έτσι ώστε να παρέχουν κάποιες ενδιαφέρουσες ερευνητικές δυνατότητες, ο ισχυρισμός όμως ότι τα ζώα που κρατούνται σε συνθήκες αιχμαλωσίας παρουσιάζουν μεγαλύτερο ερευνητικό ενδιαφέρον από εκείνα που βρίσκονται στο φυσικό τους περιβάλλον δεν είναι και τόσο πειστικός. Το περιβάλλον καθορίζει σε μεγάλο βαθμό τη συμπεριφορά. Και ενώ δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ένα περιβάλλον απαλλαγμένο από εχθρούς θα μπορούσε να επιτρέψει εκδηλώσεις συμπεριφοράς διαφορετικές από εκείνες που ορίζει το φυσικό περιβάλλον, αυτό δεν είναι λόγος ικανός να μάς κάνει να πιστέψουμε ότι τα δεδομένα που θα μάς παρέχει ένα περιβάλλον αιχμαλωσίας μπορεί να είναι πληρέστερα ή ορθότερα από εκείνα που θα μάς παρέχει ένα περιβάλλον φυσικό.
Οι πιο συχνές έρευνες των ζωολογικών κήπων αφορούν στην ανατομία και την παθολογία, και αποσκοπούν σε τρία πράγματα: Να βελτιώσουν την ευζωϊα των ζώων, να συνεισφέρουν στην ανθρώπινη υγεία, προτείνοντας θεραπευτικές μεθόδους αποτελεσματικές για τα ζώα, και να εμπλουτίσουν τις γνώσεις μας για την ίδια την άγρια ζωή. Ο πρώτος από αυτούς τους τρείς σκοπούς είναι ασφαλώς θεμιτός, αν δεχτούμε την ύπαρξη των ζωολογικών κήπων σαν αναγκαία. Ο δεύτερος έρχεται αντιμέτωπος με την γενικότερη αντίρρηση ως προς την εφαρμογή των πειραματισμών και την μετατροπή ΚΑΙ των αιχμαλώτων ζώων σε πειραματόζωα, κάτι το οποίο θεωρείται περιττό, αναξιόπιστο και εν τέλει οικτρό… Ο τρίτος σκοπός είναι αμφισβητούμενος, αφενός μεν λόγω της αμφίβολης ποιότητας των γνώσεων που μπορεί να μας παρέχει, δεδομένου ότι τα άγρια ζώα σε συνθήκες αιχμαλωσίας δεν αντιπροσωπεύουν την φυσική πραγματική τους υπόσταση, αφετέρου δε έρχεται αντιμέτωπος με το ηθικό ζήτημα της αιχμαλωσίας. Τέλος, ακόμη και αν δεχθούμε ότι η επιστημονική έρευνα αποτελεί λόγο που δικαιώνει την ύπαρξη των ζωολογικών κήπων, δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι μόνον σε μερικούς από αυτούς πραγματοποιείται τέτοιου είδους έρευνα και όχι σε όλους.
Η διατήρηση των ειδών που απειλούνται με εξαφάνιση είναι ίσως ο πιο ισχυρός και ο πιο "δημοφιλής" λόγος, εξ αιτίας του οποίου οι ζωολογικοί κήποι ζητούν να κατοχυρώσουν την αναγκαιότητά τους, καθώς προγράμματα αναπαραγωγής στην αιχμαλωσία φιλοδοξούν να "διατηρήσουν το γενετικό υλικό"… Και πραγματικά υπάρχουν κάποια παραδείγματα για τα οποία ο λόγος αυτός μοιάζει να ευσταθεί. Κατά την αντίθετη άποψη όμως, οι ζωολογικοί κήποι απομακρύνουν από το φυσικό τους περιβάλλον πολύ περισσότερα ζώα από όσα επανεντάσσουν!
Σύμφωνα με επιστημονική έρευνα του 1979, η έλλειψη γενετικής ποικιλομορφίας ανάμεσα στα ζώα που ζούν σε συνθήκες αιχμαλωσίας αποτελεί ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα για τα προγράμματα της αναπαραγωγής. Σε ορισμένα είδη τα ποσοστά της βρεφικής θνησιμότητας είναι πάρα πολύ υψηλά, λόγω της στενής συγγενικής αναπαραγωγής, ενώ σε άλλα (πχ τα άγρια άλογα της Μογγολίας) τα άτομα που επιβιώνουν διαθέτουν τελικά έναν γενότυπο εντελώς διαφορετικό από εκείνον που είχε στην άγρια κατάσταση το είδος το οποίο υποτίθεται ότι έπρεπε να διασωθεί.
Από τα προγράμματα αναπαραγωγής των ζωολογικών κήπων όμως δημιουργείται και ένα επιπλέον μεγάλο πρόβλημα: Τα ανεπιθύμητα ζώα που πλεονάζουν ("Surplus"Animals: The Shocking Truth - THE CYCLE OF HELL). Σε ορισμένα είδη (όπως για παράδειγμα λιοντάρια, τίγρεις και ζέμπρες) ένας μικρός αριθμός από αρσενικά άτομα είναι αρκετά για να γονιμοποιήσουν ένα ολόκληρο κοπάδι. Περισσότερα αρσενικά που θα τύχει να γεννηθούν, θεωρούνται περιττά και, από οικονομική άποψη, ζημιογόνα. Κάποια από αυτά πωλούνται σε ακατάλληλα πρόσωπα και σε εγκαταστάσεις που δεν διαθέτουν την απαραίτητη υποδομή για τη διατήρησή τους, ενώ άλλα καταλήγουν να γίνουν στόχοι σκοποβολής και σκοτώνονται σε ιδιωτικές επιχειρήσεις σαφάρι. Ένας άλλος τρόπος στον οποίο καταφεύγουν οι ζωολογικοί κήποι, προκειμένου να απαλλαγούν από το πλεόνασμα των ανεπιθύμητων ζώων είναι η κατ’ ευφημισμόν… "ανακύκλωση": Πολύ απλά, τα σκοτώνουν, προκειμένου να τα χρησιμοποιήσουν ως τροφή για τα υπόλοιπα ζώα τους! Πολλοί άνθρωποι μένουν κατάπληκτοι όταν μαθαίνουν πως υπάρχουν ζωολογικοί κήποι που σκοτώνουν τα ίδια τους τα ζώα, δεν θα έπρεπε όμως, αφού οι δυνατότητες των ζωολογικών κήπων δεν είναι απεριόριστες και ο σκοπός τους είναι η διατήρηση μιας έκθεσης με έναν περιορισμένο αριθμό από ζώα διαφορετικών ειδών... και πώς αλλιώς θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί κάτι τέτοιο χωρίς μια λογική και υπολογισμένη διαχείριση του... "πλεονάσματος";
Ακόμη και στην περίπτωση που τα προγράμματα αναπαραγωγής θα μπορούσαν να εξελιχθούν κατά τον καλύτερο δυνατό τρόπο, η σωτηρία των απειλουμένων ειδών είναι ένα "πρότζεκτ" που καλείται να αντιμετωπίσει διάφορες δυσκολίες. Μια ομάδα αναπαραγωγής, για να εξασφαλίσει την απαραίτητη ποικιλότητα στο γενετικό υλικό, την βιωσιμότητα και την υγεία των μελλοντικών απογόνων, προϋποθέτει την συντήρηση ενός αξιοσημείωτου αριθμού ζώων, προκειμένου όμως για τα περισσότερα μεγάλα θηλαστικά, αυτό συνεπάγεται ένα οικονομικό κόστος πάρα πολύ υψηλό έως απαγορευτικό…
Πέρα από όλα αυτά όμως, τίθεται και ένα ακόμη μεγάλο δίλημμα: Τι είναι προτιμότερο, να φυλακίσεις μερικούς γορίλλες σε έναν ζωολογικό κήπο ή να αφήσεις το είδος να εξαφανιστεί; Για τους περισσότερους περιβαλλοντολόγους η απάντηση είναι προφανής: Το είδος θα πρέπει με το οποιοδήποτε τίμημα να διασωθεί, το γενετικό υλικό θα πρέπει να διατηρηθεί. Ποιος θα οφεληθεί από αυτήν την διατήρηση όμως; Αν είναι αλήθεια ότι οδηγούμαστε αναπόφευκτα σε έναν κόσμο στον οποίον οι γορίλλες θα μπορούν να επιβιώνουν μόνον στους ζωολογικούς κήπους, μήπως θα πρέπει να αναρωτηθούμε τι θα ήταν στ’ αλήθεια καλύτερο γι’ αυτούς, να συνεχίσουν να αναπαράγονται σε ένα τεχνητό περιβάλλον σχεδιασμένο από τον άνθρωπο ή να μην γεννιούνται καθόλου;
Και αν ακόμη οι δυσκολίες και τα διλήμματα ξεπεραστούν, ο σκοπός της διατήρησης των απειλουμένων ειδών δεν είναι αρκετός για να δικαιώσει την πραγματικότητα που χαρακτηρίζει τους σύγχρονους ζωολογικούς κήπους. Κι’ αυτό γιατί οι περισσότεροι ζωολογικοί κήποι αναπαράγουν ως επί το πλείστον είδη που ΔΕΝ απειλούνται με εξαφάνιση. Αν λοιπόν αυτό που κυρίως μάς ενδιαφέρει είναι να σώσουμε τα είδη που κινδυνεύουν να εξαφανιστούν, τότε θα πρέπει να δημιουργήσουμε κέντρα αναπαραγωγής με διαφορετικές επιστημονικές και τεχνικές προδιαγραφές και όχι συμβατικούς ζωολογικούς κήπους, οι περισσότεροι από τους οποίους δεν διαθέτουν ούτε το κατάλληλο εξειδικευμένο προσωπικό ούτε και τις κατάλληλες εγκαταστάσεις για να κάνουν κάτι τέτοιο.
Η αιχμαλωσία είναι καταστρεπτική για τα ζώα, όχι μόνον επειδή τους στερεί την ελευθερίας τους, αλλά και για άλλους λόγους. Η ιστορία των χιμπατζήδων στους ζωολογικούς κήπους της Ευρώπης είναι ένα καλό παράδειγμα για να καταλάβουμε τους λόγους αυτούς. Οι χιμπατζήδες εμφανίστηκαν για πρώτη φορά σε ζωολογικό κήπο γύρω στο 1640, όταν ένας Δανός πρίγκηπας (ο Frederick Henry of Nassau) απέκτησε έναν απ’ αυτούς για το θηριοτροφείο του. Αυτός ο χιμπατζής δεν έζησε πολύ. Το 1835, ο ζωολογικός κήπος του Λονδίνου απέκτησε τον πρώτο του χιμπατζή, ο οποίος όμως πέθανε αμέσως, και 10 χρόνια αργότερα έναν δεύτερο που κατάφερε να ζήσει έξι μήνες. Κάτι ανάλογο συνέχισε να συμβαίνει κατά τον 19ο και κατά τις αρχές του 20ου αιώνα: Όλοι οι χιμπατζήδες στους ζωολογικούς κήπους κατάφερναν να κρατηθούν στην αιχμαλωσία το πολύ 9 μήνες. Και μόλις το 1930, ανακαλύφθηκε ότι τα ζώα αυτά είναι ιδιαίτερα ευάλωτα στις ανθρώπινες αναπνευστικές λοιμώξεις και ότι θα έπρεπε να ληφθού ειδικά μέτρα για την προστασία τους. Χρειάστηκε να περάσει ένας ολόκληρος αιώνας μέχρι να καταλάβουμε ότι η απομάκρυνση από τη φύση καταδίκαζε τους χιμπατζήδες σε βέβαιο θάνατο. Και αυτό το πρόβλημα δεν έχει ούτε σήμερα λυθεί. Για να πάρουν έναν χιμπατζή από τη φύση, συνήθως σκοτώνουν τη μητέρα και αρπάζουν το μικρό της. Σε κάθε χιμπατζή που φτάνει ζωντανός σε κάποιον ζωολογικό κήπο των ΗΠΑ ή της Ευρώπης αναλογούν 10 σκοτωμένοι. Και, για τα ζώα αυτά, οι συνθήκες του εγκλεισμού είναι εξαιρετικά στρεσσογόνες.
Ο χιμπατζής όμως δεν είναι το μόνο ζώο που υποφέρει στους ζωολογικούς κήπους. Το 1974, ο πρώην διεθυντής του ζωολογικού κήπου San Jose Zoological Gardens της Καλλιφόρνιας, Peter Batten, αναλαμβάνει να μελετήσει διεξοδικά 200 Αμερικανικούς ζωολογικούς κήπους. Στο βιβλίο του "Living Trophies: A Shocking Look at the Conditions in American Zoos" (isaronline.blogspot.gr), παρουσιάζει έναν μεγάλο αριθμό από ζώα κλεισμένα σε στενά και παγωμένα κλουβιά, υπέρβαρα, που σιτίζονται με ακατάλληλες τροφές και εμφανίζουν νευρωτική συμπεριφορά. Πολλά εμφανίζουν παραμορφώσεις στα πόδια και σε άλλα μέλη του σώματος εξ αιτίας του ακατάλληλου δαπέδου. Υψηλά ποσοστά θανάτων αναφέρονται σχεδόν σε όλους τους ζωολογικούς κήπους, σαν αναπόφευκτο αποτέλεσμα λανθασμένης μεταχείρισης ή και κακοποίησης. Και ο Batten καταλήγει στο εξής συμπέρασμα: Οι Αμερικανικοί ζωολογικοί κήποι έχουν πάρα πολύ κακή οργάνωση, διευθύνονται από αναρμόδιους, και η φροντίδα των ζώων είναι ανεπαρκής έως ανύπαρκτη.
Αυτές οι άσχημες συνθήκες, καθώς επίσης και άλλες ακόμα χειρότερες, καταγράφονται στο βιβλίο του Lynn Griner "Pathology of Zoo Animals: A Review of Necropsies Conducted over a Fourteen Year Period at the San Diego Zoo" ("Παθολογία των ζώων στους ζωολογικούς κήπους"), το οποίο περιλαμβάνει μια σειρά από νεκροψίες που διενεργήθηκαν κατά την διάρκεια 14 χρόνων στον ζωολογικό κήπο του Σαν Ντιέγκο. Αξίζει να σημειωθεί ότι αυτός ο ζωολογικός κήπος θεωρείται ο καλύτερος των ΗΠΑ και διαθέτει καλά εκπαιδευμένο και καλών προθέσεων προσωπικό. Εν τούτοις, τα περιστατικά που καταγράφονται σε αυτό το βιβλίο περιλαμβάνουν ζώα υποσιτισμένα, υψηλό ποσοστό θανάτων από τη χρήση ηρεμιστικών και άλλων φαρμακευτικών ουσιών, σοβαρούς τραυματισμούς και θανάτους κατά τις διάφορες μεταφορές, και συχνές εκδηλώσεις κανιβαλλισμού, βρεφοκτονίας, και γενικευμένης επιθετικότητας, κυρίως λόγω του συνωστισμού.
Οι ζωολογικοί κήποι μπορεί να έχουν διδαχθεί από τα λάθη τους, όμως δεν μπορούν να κρατήσουν τόσα πολλά άγρια ζώα σε συνθήκες αιχμαλωσίας χωρίς να τα σκοτώνουν, είτε με άμεσο είτε με έμμεσο τρόπο. Και, αν όλα αυτά συμβαίνουν στο Σαν Ντιέγκο, τότε θα συμβαίνουν και στους περισσότερους ζωολογικούς κήπους, και μάλιστα σε ακόμη μεγαλύτερη έκταση.
Τέλος, το σημαντικότερο απ’ όλα: Οι ζωολογικοί κήποι μας περνάνε μια εντελώς λανθασμένη αντίληψη σχετικά με θέση μας μέσα στον φυσικό κόσμο. Μας μαθαίνουν ότι εμείς οι άνθρωποι είμαστε διαφορετικοί από τα ζώα, ότι τα ζώα υπάρχουν μόνο για να μας διασκεδάζουν και να υπηρετούν τους δικούς μας σκοπούς. Όμως, ο άνθρωπος δεν μπορεί να επιβιώσει σαν το υπέρτατο είδος που καταδυναστεύει όλα τα άλλα, αλλά σαν ένα είδος που εντάσσει τον εαυτό του μέσα στο γενικότερο σύνολο της ζωής πάνω στη γη, και αυτό δεν αποτελεί μόνον ζήτημα Ηθικής, αλλά μια απλή λογική διαπίστωση. Μια λογική διαπίστωση, την οποία μπορούμε να κάνουμε πράξη μόνον εαν καταφέρουμε να ξεμάθουμε και να ξεχάσουμε όλα αυτά που μας έχουν μάθει οι ζωολογικοί κήποι. Γιατί αυτά που οι ζωολογικοί κήποι προσπαθούν να μας μάθουν είναι όχι μόνον λανθασμένα αλλά και επικίνδυνα, τόσο για τα ζώα όσο και τους ανθρώπους.
*Ο Dale Jamieson είναι καθηγητής Περιβαλλοντικών Σπουδών και Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης.
**Πρώτη ανάρτηση σε μια σημείωση που είχα γράψει στο Facebook, το 2014, με τίτλο ΖΩΟΛΟΓΙΚΟΙ ΚΗΠΟΙ: ΜΥΘΟΣ ΚΑΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑ, η οποία αναδημοσιεύτηκε στα άρθρα του antizoos.blogspot (εδώ), και στην ιστοσελίδα solon το 2017.
photo credit We Animals Media
_______________
***"edutainment"
****βλ. Ελλάδα, παράδειγμα, ΜΚΟ Πελαργός